Σάββατο 31 Μαΐου 2008
αποχαιρετισμοί: κάτι πράσινο, κάτι κόκκινο και κάτι ροζ
Το θέμα δεν είναι αυτό όμως, αλλά μια σαλάτα με σπανάκι και φράουλες, οι τελευταίες φράουλες για φέτος.
Κάτι νεο-κοσμικό, ας πούμε αργεντίνικο, προσιτό αλλά αξιόλογο, Trivento Merlot-Malbec Rose.
Άντε γεια λοιπόν, οι εποχές αλλάζουν…
Πέμπτη 29 Μαΐου 2008
ο Ασπροφίδης και η Κουφή Λεοπάρδαλη
"Βάζεις κάποιες ζάχαρης για μένα
Ooh, στο όνομα της αγάπης
Βάζεις κάποιες ζάχαρης για μένα
C'mon φωτιά μου μέχρι
Βάζεις κάποιες ζάχαρης για μένα
Αχ, δεν μπορώ να μπω αρκετά
Είμαι ζεστό, γλυκό κολλώδης
Από το κεφάλι μου στα πόδια μου, yeah"
"Είναι αυτή η αγάπη που αισθάνομαι
Είναι αυτή η αγάπη που έψαχνα
Είναι αυτή η αγάπη ή είμαι εγώ που ονειρεύομαι,
Αυτό πρέπει να είναι η αγάπη,
cos its really got a hold on me,
A hold on me..."
(βρε, λες;...)
Τετάρτη 28 Μαΐου 2008
Θουκυδίδης Βαλεντής
Αν είχα κληρονομήσει (λέμε τώρα) ένα σπίτι που το έφτιαξε πριν 60 περίπου χρόνια ένας από τους σημαντικότερους – πλην όμως, άγνωστους, διότι σιγά μην ασχολούμαστε με τέτοια – έλληνες αρχιτέκτονες, θα το έδινα τώρα αντιπαροχή;
Δεν έχω ιδέα τι δίνει ως αποζημίωση το ελληνικό κράτος για κτήριο που αποτελεί μνημείο πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο κανονικά δεν θα έπρεπε να μπορεί να απαλλοτριωθεί, εσένα όμως είναι περιουσία σου. Σίγουρα ξέρω ότι αν δεν έχεις σπίτι να μείνεις, με την αντιπαροχή αποκτάς και ένα δεύτερο σπίτι να πουλήσεις, επομένως το παραπάνω ερώτημα ηχεί ρητορικό.
Πάντως, η εικονιζόμενη οικοδομή, έργο του αρχιτέκτονα Θουκυδίδη Βαλεντή, δέσποζε κυριολεκτικά στην πλατεία Παπαδιαμάντη, κι ας μη φαινόταν κάτι το ιδιαίτερο εκ πρώτης όψεως, κατά την προσωπική μου, μη επιστημονική άποψη. Αλλά και μόνο περνώντας από κει, κουβαλώντας ψώνια από το σούπερ μάρκετ, ή βολτάροντας για παγωτό στην περιοχή, συναισθανόσουν ότι υπήρχε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον. Ίσως ήταν η κούρμπα της οικοδομής σε συνδυασμό με τη στρογγυλάδα της πλατείας. Ή ο αέρας που «έβλεπες» να περνάει ανάμεσα στο κτήριο και τα άλλα σπίτια, ή ίσως ακόμα, το χαμηλό ύψος σε σχέση με τα υπόλοιπα, εξίσου χαμηλού ύψους οικοδομήματα, που έδιναν ανθρώπινο μέτρο στο χώρο.
Ο μόνος τρόπος για να πάρεις μια ιδέα πώς περίπου ήταν αυτή η πρώην όμορφη γειτονιά της Αθήνας, είναι να κάνεις μια βόλτα στην Αγίας Λαύρας - μέχρι το ύψος του αστυνομικού τμήματος θα παρατηρήσεις τις, αρκετές ευτυχώς ακόμα, πρώην μονοκατοικίες, νυν παιδικούς σταθμούς, μπυραρίες, κρεπερί. Γοητευτικά οικοδομήματα, με μυστήριες αυλές, σκιασμένες από παχιές παλιές πρασινάδες, λίγα μόνο μέτρα πάνω από την γκρι Πατησίων.
Για να αντιληφθείς όμως αυτόν τον ανύπαρκτο πλέον, βιώσιμο τρόπο ζωής/ αρχιτεκτονικής/ αισθητικής, μόνο σε κάποιες εκθέσεις μπορείς να πας.
Μέχρι να αποφασίσω να γράψω αυτό το ποστ, το αφιέρωμα του μουσείου Μπενάκη στον Θουκυδίδη Βαλεντή μπορεί και να έχει τελειώσει. Νομίζω όμως ότι διαρκεί μέχρι τις αρχές Ιουνίου. Ωστόσο, υπάρχει μια φροντισμένη και περιεκτική έκδοση να πάρεις σπίτι και να περιεργαστείς με την ησυχία σου (από κει είναι και η φωτό).
Επίσης, η ΕΤ1 προβάλλει τις Παρασκευές στις 18.30 τα «Πορτρέτα και διαδρομές Ελλήνων αρχιτεκτόνων», τέτοια ώρα ούτε με σφαίρες να δω τηλεόραση, το βίντεο ποτέ δεν έμαθα να το προγραμματίζω, όμως! ευτυχώς υπάρχει το ίντερνετ.
Εδώ, η εκπομπή για τον Βαλεντή, εδώ η εκπομπή για την Αναστασία Τζάκου - ελληνίδα αρχιτέκτονας της δεκαετίας του ’60, αυτό είναι επίτευγμα, όχι μαλακίες.
Τα έργα της είναι σοφά σχεδιασμένα, οι εσωτερικοί χώροι στα δημόσια κτήρια που έκανε (κυρίως της Εθνικής Τράπεζας) είναι αριστούργημα, ο δε τρόπος που μιλάει στη συνέντευξη είναι συναρπαστικός, μοναδικός. Αξίζει να παρακολουθήσεις την εκπομπή και μόνο για την αφήγηση και τις ιστορίες που λέει.
Τετάρτη 21 Μαΐου 2008
όλα ήταν ψεύτικα, θέατρο
Ανακούφιση επίσης και από το στρίμωγμα σε παράξενα πατάρια, επικλινείς σοφίτες, στενά καθίσματα, πάγκους, πολλούς πάγκους. Ίσως το παράκανα και γω στις πειραματικές παραστάσεις, είδα σχετικά λίγα μέινστριμ έργα. Ας πούμε, μετάνιωσα που έχασα τον Καταλειφό στο «Ταξίδι της μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα». Και τον Γιώργο Κέντρο, δεν θυμάμαι τώρα το έργο που έπαιζε, αλλά είναι ο αγαπημένος μου ηθοποιός.
Έχασα και την «Ερωτευμένη Νεκρή», κρίμα. Κρίμα επίσης που το τρομερό ντουέτο Μαυρογεωργίου-Γάκη δεν ανέβασε τελικά το πολυαναμενόμενο δεύτερο μέρος του «Μόνο την Αλήθεια» - αυτό όμως θα αποτελεί αιτία προσμονής για το φθινόπωρο (μαζί με την επαναλειτουργία του ανανεωμένου Εθνικού).
Τι μου έμεινε από τα έργα που είδα φέτος; Αμέσως μου έρχεται στο μυαλό η «πειραγμένη» παράσταση του "Λεωφορείον ο Πόθος". Δεν ήταν η καλύτερη της χρονιάς, αλλά σαν εικόνα επικρατεί. Και αν έδινα βραβείο γυναικείας ερμηνείας σε θεατρικό έργο, θα το έπαιρνε σίγουρα η Όλια Λαζαρίδου για τη Μπλανς Ντιμπουά, (γλυκιά μου!).
Οπωσδήποτε σημάδεψαν τη χρονιά οι δυο παραστάσεις του Μαρμαρινού: εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, με αυθεντική τρέλα, τα πιο απρόσμενα επί σκηνής δρώμενα, τις πιο πετυχημένες επιλογές ηθοποιών - ακόμα και του ίδιου του του εαυτού στην περίπτωση του «Στάλιν», το έργο όπου ο Καραζήσης, από την άλλη πλευρά, δεν μου φάνηκε να υποκρίνεται ως όφειλε, και με ενόχλησε - καβάλησε το καλάμι;
Δύο παραστάσεις σκηνοθέτησε και ο Βογιατζής, εκ διαμέτρου αντίθετες τόσο στη σύλληψη όσο και στη δημιουργία. Καμιά φορά με εκνευρίζει που μπορεί να αντιμετωπίζει τον ανθρώπινο πόνο τόσο εγκεφαλικά. Από την άλλη, μια παράσταση σαν της «Ήμερης» δεν θα είχε λόγο ύπαρξης, αν είχε αποδοθεί με δάκρυα και οδυρμούς. Ο δε «Πρίγκιπας του Χόμπουργκ» είχε χάπι εντ, τι περίεργο! Πρωτόγνωρο, για έργο του Βογιατζή, γιαυτό και καταπραϋντικό. Επί τη ευκαιρία, ήταν εξαιρετικός ο Κουρής, αλλά «λίγος» ο Λιγνάδης. Σαν να ήταν άρρωστος εκείνη τη μέρα, δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με αυτό το ρόλο.
Το έργο που με διασκέδασε πιο πολύ ήταν ασυζητητί το «Νοσφεράτου Διδόντικους». Εδώ θα έδινα τα βραβείο καλύτερου καστ, καλύτερης ερμηνείας συνολικά, καλύτερου σεναρίου, φωτισμών, κοστουμιών, μακιγιάζ. Θεωρώντας την κωμωδία (όχι την χοντροκομμένη, ούτε τη σάτιρα εποχής) ως το πλέον δύσκολο είδος, μη σου πω ότι θα έδινα και το βραβείο καλύτερης παράστασης γενικά. Επιπροσθέτως όλων αυτών, το Νοσφεράτου είχε νόημα, συνοχή, ενδιαφέρον.
Με αυτά τα κριτήρια, ο «Βυθός» ήταν η χειρότερη παράσταση… Δεν περίμενα να το πω αυτό για την Πατεράκη, αλλά μου φάνηκε το απόλυτο χάσιμο χρόνου (και σπατάλη καλών ηθοποιών). Ούτε το "ΑΩ" δεν ήταν τόσο χάλια, είχε τουλάχιστον εικαστικό ενδιαφέρον.
Σκηνικά άψογο και με σπουδαίες ερμηνείες ήταν οι «Μεταμορφώσεις» του Οβίδιου, αλλά όπως έχω ξαναγράψει, μου φάνηκε ανολοκλήρωτο έργο, έφτασε στην πηγή και νερό δεν ήπιε. Όπως και οι περισσότερες παραστάσεις φέτος, εδώ που τα λέμε.
Σταματάω εδώ αυτή την «χύμα» ανασκόπηση, σκέφτηκα να την γράψω από μνήμης (χμ...) και χωρίς τα βοηθητικά βιβλιαράκια/προγράμματα - αν σου έμεινε στο μυαλό, κάτι θα άξιζε, σωστά;
Μπορεί και όχι, αφού μόλις τώρα θυμήθηκα ότι και η «Gόλφω» ήταν αξέχαστη παράσταση, πηγαία, πρωτότυπη, σοβαρή και ταυτόχρονα τελείως μουρλή...
Σημείωση για τα έντυπα: ελπίζω του χρόνου τα θέατρα να βγάζουν ακόμα πιο ενδιαφέροντα προγράμματα, λίγη πρωτοτυπία δεν βλάπτει.
Και καλή δύναμη για το Φεστιβάλ Αθηνών (η Μήδεια sold out εννοείται).
Δευτέρα 19 Μαΐου 2008
the wound heals, the scar remains
Δεν είχα ξαναπεράσει κάτι τέτοιο. Είναι προφανές ότι ξύπνησα - προφανώς όλα πήγαν καλά και τώρα είμαι εδώ και γράφω.
Το πώς κοιμήθηκα, ούτε που το κατάλαβα. Το ότι δεν είχα άγχος επίσης μου είναι ακατανόητο. Μάλλον δεν ήθελα να δώσω στους γιατρούς τη χαρά να διαπιστώσουν «είσαι αγχωμένη, ε;».
Το πιο απαίσιο πράγμα όταν μπεις για νοσηλεία, είναι που φοράς αυτό το πράσινο ρομπάκι και το πράσινο σκουφάκι. Και που σε παίρνουν από το δωμάτιο ξαπλωτά σε φορείο, λες κι είσαι κιόλας ανήμπορος.
Μπαίνοντας (τσουλώντας) στο χειρουργείο ακούγονται τέρμα στο ραδιόφωνο (;) λαϊκά. Καθώς με τοποθετούν στο ειδικό κρεβάτι, βλέπω απέναντί μου μια χειρόγραφη λίστα με τα ονόματα των ασθενών και το είδος της επέμβασης, κάτι σαν playlist συγκροτήματος, όπου το όνομά μου φιγουράρει πάνω-πάνω. Κάνω το σεφτέ σήμερα λοιπόν.
Στο χώρο κάνει κρύο και δεν μυρίζει απολύτως τίποτα, ούτε καν απολύμανση.
Μένω μόνη με τον αναισθησιολόγο, ο οποίος μου συστήνεται δια χειραψίας. Προφανώς είναι σημαντικό να γνωρίσεις από πριν, με όνομα και πρόσωπο, τον άνθρωπο που μπορεί με ένα κλικ της πεταλούδας να σε στείλει ανεπιστρεπτί στον δημιουργό σου. Εγώ όμως δεν έδωσα σημασία. Μάλλον ήθελα να του πω «άστα αυτά και κάνε τη δουλειά σου να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα».
Πρόφερα πάντως το μικρό μου όνομα, όπως κάποιος θα έλεγε «χάι, δις ιζ μαντόνα» (ορ, κάιλι) - τα υπόλοιπα άλλωστε ήταν τοιχοκολλημένα.
Αρχίζει να μου μπογιατίζει το χέρι με μπεταντίν και σπρώχνει μέσα την πεταλούδα, ουπς, πετάγεται πίδακας αίμα και τον λερώνει.
«Συγγνώμη, το κρατάς λίγο;» μου λέει καταπιέζοντας μια βλαστήμια, και μου δίνει το αριστερό μου χέρι να το κρατήσω με το δεξί. Λερώνεται ο δεξής αντίχειρας, I should sue for malpractice after all, αλλά απλά του ζητάω να τον καθαρίσει.
Αφού ανακτήσει την ψυχραιμία του, παρατηρεί «είσαι καλή εσύ». (δεν περίμενα αυτόν να μου το πει)
Μπαίνει κι ένας άλλος γιατρός μέσα στο χειρουργείο, μιλάνε δυνατά, σα να διαπληκτίζονται και εγώ αρχίζω να χάνομαι. Ρωτάω τον αναισθησιολόγο «ζαλίζομαι, είναι φυσιολογικό αυτό;» Φτύνει ένα "ναι", σαν να τον διέκοψα κιόλας από σοβαρό debate.
Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να ξυπνάω ολομόναχη σε μια γωνίτσα έξω από το χειρουργείο, να πονάω στην κοιλιά και να τουρτουρίζω από το ψύχος. Πονάει κι ο λαιμός - μετά έμαθα ότι οφείλεται στον τραχειοσωλήνα του αναπνευστικού μηχανήματος - ένας πόνος σα να έχει παγιδευτεί σκατζόχοιρος στον λάρυγγα και στριφογυρίζει αδιάκοπα γύρω από τον εαυτό του. Και κάνει κρύο, πολύ κρύο.
Δεν κατάλαβα πώς και πότε με πρόσεξαν για να με μεταφέρουν πάλι στο δωμάτιο.
Το οξυγόνο είναι εκείνο το cool πλαστικό σωληνάκι που μπαίνει στα δυο σου ρουθούνια και σου δίνει την όψη «σεβασμός, εδώ ασθενής».
Η πεταλούδα είναι το δεύτερο χειρότερο πράγμα στη νοσηλεία, μετά την πράσινη ρομπίτσα, ωστόσο το αηδιαστικότερο ever. Αλλά τι να κάνεις, που για μια ολόκληρη μέρα μόνο από εκεί θα τρως; Το δέχεσαι, χωρίς άλλο.
Τελοσπάντων, επιστρέφω στη σκηνή όπου με έχουν βάλει επιτέλους στο κρεβάτι μου, τυλιγμένη με έξτρα κουβέρτες μπας και σταματήσω να τρέμω. Έτσι συνειδητοποιώ ότι όλα τελείωσαν και ότι τώρα αρχίζει το μαρτύριο της ανάρρωσης. Ταυτόχρονα πονάω από την επέμβαση, φίλε πώς πονάω, ξεσπάω σε κλάματα και αναζητώ το χέρι του καλού μου. The healing begins.
Όταν ξυπνάω, από κανονικό ύπνο αυτή τη φορά, ο πόνος έχει υποχωρήσει αισθητά. Ας είναι καλά και τα παυσίπονα βέβαια.
Έχω επισκέψεις, τι ωραία. Με βλέπουν σε αυτή την κατάσταση - πάει το ίματζ μου. Παρόλαυτά, είναι ωραία που ήρθαν.
Αφού φύγουν οι επισκέπτες, μου βγάζουν οξυγόνο και καθετήρα. Κακός συγχρονισμός, το ξέρω. Όμως είμαι ελεύθερη επιτέλους, λέω να σηκωθώ για μια βόλτα. Ανασηκώνομαι στο κρεβάτι - το δυσκολότερο πράγμα στον κόσμο!
Κάποιους αιώνες αργότερα αποφασίζω να βάλω το ένα πόδι στην παντόφλα και να ακουμπήσω στη γη. Και τα δυο πόδια.
Νιώθω όλο το αίμα να κατεβαίνει από το πίσω μέρος του κεφαλιού με φόρα προς τα κάτω – αλλά μένει και λίγο για να με κρατήσει όρθια, ίσα να μη ζαλίζομαι.
Ζαλίζομαι λίγο, είναι η νάρκωση, είναι η ακινησία, είναι τα φάρμακα - αλλά προχωράω. Στηρίζομαι στον φορητό στύλο απ’όπου κρέμεται ο ορός και η αντιβίωση. Ή ό,τι άλλο περιέχει το δεύτερο σακουλάκι που κρέμεται από πάνω μου. Νιώθω σαν μωρό παιδί και γριά-χούφταλο μαζί.
Μάλλον το παράκανα όμως και τώρα νιώθω την αδυναμία σε όλο της το μεγαλείο, μόλις που προλαβαίνω να επιστρέψω στο κρεβάτι, κάτασπρη. Το ρυθμίζουν ώστε να είναι τα πόδια ψηλά και το κεφάλι χαμηλά. Α, δεν σου είπα, το κρεβάτι έχει τηλεχειριστήριο και είναι τέλειο, απλά τέλειο να το χρησιμοποιείς, προσαρμόζοντας κλίση και ύψος όπως θες εσύ!
Εντωμεταξύ, η πίεση έχει πέσει στο 9, έρχεται γιατρός, ο οποίος απαγορεύει ανασηκώματα και ξεπορτίσματα μέχρι το άλλο πρωί τ ο υ λ ά χ ι σ τ ο ν.
Οπότε, φτάνω στο τρίτο χειρότερο κατά σειρά εμφάνισης πράγμα που σου συμβαίνει αν μπεις σε νοσοκομείο (όχι για επίσκεψη): την πρώτη διανυκτέρευση.
Τότε ξυπνάνε οι πιο άγριοι εφιάλτες σου, οι πιο χαζές ανησυχίες σου, οι αϋπνίες που πάντα φοβόσουν. Οι νοσοκόμες δεν σ’αφήνουν στην ησυχία σου, μπαινοβγαίνουν για να αλλάξουν ορούς, να προσθέσουν αντιβιώσεις, να σου χώσουν παυσίπονες ενέσεις στην πεταλούδα, να μη σ’αφήσουν να κοιμηθείς αυτά τα λιγοστά δευτερόλεπτα που η μέση σου σε άφησε να ησυχάσεις και να σε πάρει λίγο ο ύπνος επιτέλους.
Γιατί η μέση, ω η μέση, τελικά θα σε πονέσει, όπου κι αν έχεις κάνει την επέμβαση - λόγω αναγκαστικής ακινητοποίησης ανάσκελα. Τα ράμματα τα ύπουλα, τραβάνε και πονάνε και τσιρίζουν, αν προσπαθήσεις να γυρίσεις έστω και σπιθαμή στο πλάι. Οπότε, οριζοντίωση. Μετράω προβατάκια, αλλά ο ύπνος δεν έρχεται.
Με το που αρχίζει λίγο να γκριζάρει ο ουρανός και σπάει η νύχτα, πρήζω τις νοσοκόμες σε ερωτήσεις «Πότε θα βγάλετε τον ορό; Θα φάω σήμερα; Πότε θα φάω; Θα φύγω σήμερα; Πότε θα φύγω;».
Το γεγονός ότι πεινάς είναι καλό σημάδι. Μετά από 3 ατελείωτες ώρες, κατά τις 9, μου φέρνουν το πλέον αστεράτο, λαχταριστό, πλούσιο πρωινό του κόσμου: μια κούπα τσάι και δύο φρυγανιές. Έχω να φάω δύο 24ωρα, αν λογαριάσεις και την προετοιμασία για την επέμβαση…
Ας μη γράψω άλλα, αν και ήδη παρέλειψα τα πλέον αηδιαστικά.
Παρά την καταπόνηση, όταν πάρεις το εξιτήριο στα χέρια σου και αρχίσεις να νιώθεις λίγο καλά στα πόδια σου, ταυτόχρονα αισθάνεσαι άτρωτος, ο πιο δυνατός άνθρωπος του κόσμου.
Άσχημα νέα με υποδέχονται λίγο μετά την έξοδο. Ξέρεις, η ζωή συνεχίζεται. Ευτυχώς όμως, στην υγεία είναι όλοι τους καλά…
Δευτέρα 12 Μαΐου 2008
ruby
Τετάρτη 7 Μαΐου 2008
Αδρεναλίνη, κανένας δε θα μείνει
κιού
Αρκετό girl power και παρακάτω. Ξεφυλλίζω τα Inspirations: «20 leading female artists pick the women whose music has changed their lives».
Τρίτη 6 Μαΐου 2008
ανοιξιάτικες μέρες, στο Βερολίνο
Ξεκινάω με L. Mies Van der Rohe και την Νέα Εθνική Πινακοθήκη (Neue Nationalgalerie) στο Kulturforum, για να κάνω και σύνδεση με το προηγούμενο ποστ.
Το πρώτο μου φάνηκε ναίφ μέσα στη μονολιθικότητά του, το δεύτερο είναι σαν ζωντανός οργανισμός, με τις περσίδες/φολίδες/βλέφαρα στον εξωτερικό του χώρο, πιο οικολογικό και βιοκλιματικό, δε γίνεται...
Στην από κει πλευρά του κτηρίου του Mies, είναι η Potsdamerplatz, η οποία δεν με συγκίνησε. Με εντυπωσίασε, ναι, αλλά να αγγίξει την καρδιά μου, όχι. Τα κτήρια είναι τεράστια, όχι τόσο ως προς το ύψος, αλλά ως προς την έκταση που καταλαμβάνουν.
Εκείνο της Daimler, του Ρέντσο Πιάνο αν δεν κάνω λάθος, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, μάλλον ως προς τη λεπτομέρεια της κατασκευής (πόσα τζάμια, πόσο ατσάλι, πόσες σκάλες!). Αλλά επειδή είμαι τουρίστας, πάρε και μια φωτό από το θόλο του Sony, που όλοι γιαυτό πάνε.
Από δω και πέρα, δεν τα θυμάμαι με τη σειρά, όπως μου έρθουν.
Τι να πεις για το Volksbühne… Μυρίζει ιστορία, κουλτούρα, καλώς εννοούμενη, και είναι και όμορφο, έτσι ήσυχο, αν και γίγαντας, στην πλατεία της Ρ. Λούξεμπουργκ. Ακόμα πιο ωραίο, το βράδυ.
Ο television tower κι αυτός τουριστικός κράχτης είναι, άσε που δεν το λες και κτήριο, αλλά σίγουρα δεν μπορείς να τον αγνοήσεις καθώς βολτάρεις μέσα στην πόλη. Μερικές φορές σου φαίνεται τόσο κοντά, δίπλα σου, έτσι κάνεις το χέρι και τον αγγίζεις, αλλά αυτός είναι μέτρα μακριά, και μέτρα ψηλά.
Εντυπωσιακό οικοδόμημα είναι το Marie-Elisabeth-Luders-Haus, δίπλα από το Reichstag, δίπλα στο ποτάμι. Είναι σα να λέμε η βιβλιοθήκη και τα βοηθητικά κτήρια του κοινοβουλίου, και είναι εντελώς επηρεασμένο στην αρχιτεκτονική από τον Louis Kahn (το έχει κάνει κάποιος Stephan Braunfels).
Ένα ακόμα εντυπωσιακό, όχι ωραίο, ωστόσο επιβλητικό και σίγουρα στρατευμένο κτήριο είναι αυτό που στεγάζει το εβραϊκό μουσείο, έργο του Πολωνού αρχιτέκτονα Daniel Libeskind. Δεν μου έρχεται στο μυαλό άλλο – σύγχρονο τουλάχιστον – κτήριο που να έχει τέτοια επίδραση στον επισκέπτη, να λειτουργεί έτσι ως προς το νόημα που αντιπροσωπεύει, το μήνυμα που θέλει να μεταδώσει, τον λόγο που έχει χτιστεί. Το εξωτερικό είναι καλυμμένο με τσίγγο (zinc, that is), το εσωτερικό όμως είναι έργο τέχνης από μόνο του.
Τα αλλοπρόσαλλα, ατάκτως ερριμμένα στον τοίχο, σαν χαρακιές, παράθυρα, τα νιώθεις και σαν χαρακιές στα μάτια, ή σαν ξύσιμο νυχιών στους τοίχους. Οι γωνίες, το παιχνίδι με τα ύψη και τα βάθη, τους μαύρους τοίχους και το φως, οκ, ομολογώ ότι με συνεπήραν.
Και φυσικά η αίθουσα του Memory Void, με τα χιλιάδες σιδερένια πρόσωπα σε απόγνωση, που βρίσκονται στο πάτωμα και περπατάς και τα πατάς και κροταλίζουν, μέσα στην απόλυτη σιωπή, αλλά δεν ακούει κανείς.
Αν ήταν προπαγάνδα, πάντως δούλεψε σωστά.
Ο καθαυτό ναός, που επέζησε βομβαρδισμών, κλπ, έχει την ιστορία του και είναι και πολύ εντυπωσιακός, αλλά εδώ δεν γράφω ιστορικά, βαριέμαι, δεν τα ξέρω κιόλας, πρέπει να τα ψάξω στην γουικιπίδια.
Το τελευταίο και καλύτερο: σχετικά παλιό, το έργο του Gropius για το Bauhaus Archiv. Έργο του Γκρόπιους έχουμε και στην Αθήνα, την αμερικάνικη πρεσβεία.
Το αφήνω ασχολίαστο, απλά να γράψω ότι μου αρέσει το Bauhaus, και στην αρχιτεκτονική και στο ντιζάιν, οπότε εκεί βρήκα πολύ υλικό για φωτογράφηση, χάζεμα, διάβασμα, και αγορά (θα’θελα, λέμε τώρα, αλλά μοναδικό το gift shop).