Ένταση επικρατεί στους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας, λίγο πριν την έναρξη του συλλαλητηρίου. Ένταση και στα μυαλά και τις καρδιές.
Δεν θέλω να το παίξω γιαπωνέζος τουρίστας, ούτε επαγγελματίας ρεπόρτερ. Ωστόσο, μένω σε αυτή την πόλη, ζω και εργάζομαι σε αυτή, θέλω να δω από κοντά αυτά που έγιναν τις προηγούμενες μέρες. Δεν θέλω να μου μείνει η εικόνα που έδειξαν οι τηλεοράσεις. Αναπόφευκτα όμως θα βγάλω κάποιες φωτογραφίες, κάτι να μείνει όταν αυτά θα ξεχαστούν. Δεν έχω καν φωτογραφική μηχανή μαζί μου, ό,τι μπορέσει να βγάλει το κινητό.
Οι κάθετοι δρόμοι μεταξύ Πατησίων και 3ης Σεπτεμβρίου, γύρω από το Πολυτεχνείο, δεν έχουν πεζοδρόμια. Αυτά έχουν σπαστεί, και τα υλικά έχουν χρησιμοποιηθεί στον πετροπόλεμο. Συνεργεία στρώνουν καινούρια κόκκινα και κίτρινα πλακάκια, αυτά με τα μικρά τετραγωνάκια. Η Πατησίων κλειστή και έρημη, περίεργες φάτσες, αρκετοί μετανάστες, μια ομάδα παιδιών ηλικίας φοιτητή έξω από το Πολυτεχνείο. Γενικά, περίεργα βλέμματα και μυρωδιά καπνού.
Κοιτάω προς τη Στουρνάρη, αλλά δεν τολμώ να κατευθυνθώ προς τα κει. Τα πάντα κλειστά. Κόβω από Ακαδημίας, γυαλιά παντού στα πεζοδρόμια, σφηνώνονται στις σόλες μου, βιτρίνες θρυμματισμένες, κατακρεουργημένες, σπασμένοι τηλεφωνικοί θάλαμοι, αγνώριστα ΑΤΜ. Στα μικρά μαγαζιά κατά μήκος της Ακαδημίας, με τις αφίσες, τα τι-σερτ, τα σιντί και τέτοια, η πρώτη πίκρα έχει δώσει τη θέση της στη δράση: με προσοχή ξεκρεμιούνται τα τζάμια που έχουν απομείνει, αφαιρούνται τα εμπορεύματα, οι βιτρίνες αδειάζουν. Όπου υπάρχουν μεταλλικά ρολά κατεβαίνουν στο κενό, όπου όχι, μπαίνουν νέα τζάμια. Οι τζαμάδες θα κάνουν χρυσές δουλειές.
Δεν θέλω να το παίξω γιαπωνέζος τουρίστας, ούτε επαγγελματίας ρεπόρτερ. Ωστόσο, μένω σε αυτή την πόλη, ζω και εργάζομαι σε αυτή, θέλω να δω από κοντά αυτά που έγιναν τις προηγούμενες μέρες. Δεν θέλω να μου μείνει η εικόνα που έδειξαν οι τηλεοράσεις. Αναπόφευκτα όμως θα βγάλω κάποιες φωτογραφίες, κάτι να μείνει όταν αυτά θα ξεχαστούν. Δεν έχω καν φωτογραφική μηχανή μαζί μου, ό,τι μπορέσει να βγάλει το κινητό.
Οι κάθετοι δρόμοι μεταξύ Πατησίων και 3ης Σεπτεμβρίου, γύρω από το Πολυτεχνείο, δεν έχουν πεζοδρόμια. Αυτά έχουν σπαστεί, και τα υλικά έχουν χρησιμοποιηθεί στον πετροπόλεμο. Συνεργεία στρώνουν καινούρια κόκκινα και κίτρινα πλακάκια, αυτά με τα μικρά τετραγωνάκια. Η Πατησίων κλειστή και έρημη, περίεργες φάτσες, αρκετοί μετανάστες, μια ομάδα παιδιών ηλικίας φοιτητή έξω από το Πολυτεχνείο. Γενικά, περίεργα βλέμματα και μυρωδιά καπνού.
Κοιτάω προς τη Στουρνάρη, αλλά δεν τολμώ να κατευθυνθώ προς τα κει. Τα πάντα κλειστά. Κόβω από Ακαδημίας, γυαλιά παντού στα πεζοδρόμια, σφηνώνονται στις σόλες μου, βιτρίνες θρυμματισμένες, κατακρεουργημένες, σπασμένοι τηλεφωνικοί θάλαμοι, αγνώριστα ΑΤΜ. Στα μικρά μαγαζιά κατά μήκος της Ακαδημίας, με τις αφίσες, τα τι-σερτ, τα σιντί και τέτοια, η πρώτη πίκρα έχει δώσει τη θέση της στη δράση: με προσοχή ξεκρεμιούνται τα τζάμια που έχουν απομείνει, αφαιρούνται τα εμπορεύματα, οι βιτρίνες αδειάζουν. Όπου υπάρχουν μεταλλικά ρολά κατεβαίνουν στο κενό, όπου όχι, μπαίνουν νέα τζάμια. Οι τζαμάδες θα κάνουν χρυσές δουλειές.
Περνώντας από το πνευματικό κέντρο, το ροζ κτήριο, σε πιάνει η καρδιά σου από τις μαυρίλες της καπνιάς. Εργάτες καλύπτουν με μεταλλικά φύλλα το ισόγειο μεγάλων τραπεζικών κτηρίων. Η πόλη οχυρώνεται και προετοιμάζεται για την επόμενη επίθεση. Και οι θεατές θα κάτσουν στον καναπέ να απολαύσουν ένα ακόμα ματς αστυνόμων-κουκουλοφόρων.
Ανεβαίνω τη Σόλωνος, αποκάρδιωση, καπνοί και ερημιά. Στη Σκουφά, πολλά καμιόνια φορτωμένα με μεγάλα, καινούρια κομμάτια τζαμιού, περιμένουν σε διάφορα σημεία. Κάποιοι θαρραλέοι αλλάζουν από τώρα τις σπασμένες βιτρίνες. Οι περισσότεροι όμως ντύνουν το κενό με μαύρες σακούλες, που τις κολλάνε με χοντρά σελοτέιπ. Οι αλυσίδες τύπου Ζάρα είναι κλειστές. Τα μικρότερα μαγαζιά κατεβάζουν ρολά την ώρα που περνάω, άνθρωποι εκνευρισμένοι, μάλλον φοβισμένοι. Κάποιοι ωστόσο δουλεύουν τα μαγαζιά τους, με κενές μεν βιτρίνες από εμπόρευμα και τζάμια, έχουν απλά κολλήσει μια ταμπέλα που λέει «το κατάστημα λειτουργεί κανονικά».
Στρίβω προς Σύνταγμα αλλά η μυρωδιά από δακρυγόνα γίνεται ξαφνικά ξεκάθαρα έντονη, δακρύζουν τα μάτια, φοβάμαι και κάνω παράκαμψη. Ακούω όμως τη βοή του κόσμου, δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι λέει αυτός που κρατάει το μεγάφωνο. Διακρίνω από τα στενά τα λευκά κράνη των ΜΑΤ στο βάθος. Και βουναλάκια από νεράντζια στο δρόμο, στην εκβολή της Ακαδημίας προς Σύνταγμα.
Πιάνω την Πανεπιστημίου, από δω και πέρα οι δρόμοι είναι γεμάτοι κόσμο. Φτάνω στην Κοραή, η γυάλινη πυραμίδα του μετρό είναι χιλιοσπασμένη, αλλά διστάζω να τη φωτογραφίσω, με κοιτάνε περίεργα που κοιτάω περίεργα, γενικά όποιος δεν έχει σκοπό να συμμετάσχει στην πορεία, απομακρύνεται με ελαφρύ βηματισμό.
Η Σταδίου είναι ένα άλλο δράμα. Κάτι μικρομεσαία καταστήματα ρούχων και παπουτσιών είναι διαλυμένα. Σφιγμένα πρόσωπα, τι θες κι εσύ και τραβάς φωτογραφία, άντε τράβα από δω. Συνθήματα στους τοίχους, για το παιδί που σκοτώθηκε, για την αστυνομία, όχι κολακευτικά. Το H&M κατακαμένο. Οι μεταλλικές επιφάνειες των μαγαζιών γύρω από την Ομόνοια, έχουν βουλιάξει προς τα μέσα από τη φωτιά, οι μαύρες καπνιές φτάνουν μέχρι και τους πρώτους ορόφους.
Μπαίνω με ανακούφιση στο τρένο, ευτυχώς λειτουργεί, επικρατεί στρίμωγμα ώρας αιχμής, ενώ δεν είναι. Κάτι μαθητές φωνάζουν τη γνωστή επωδό για τους μπάτσους μέσα στο βαγόνι και μια κυρία προσπαθεί να τους νουθετήσει. Βγαίνοντας από το τρένο τα παιδιά κοροϊδευτικά της φωνάζουν «μπάτσοι – κακοί – παλιο-χα-ρα-κτή-ρες».
Είμαι και γω εξοργισμένη για τις αδικίες και τα λάθη που συμβαίνουν, αλλά σε ποιόν να φωνάξω και πού να ξεσπάσω; Αυτά που είδα και άκουσα τις τελευταίες ημέρες, στο σύνολό τους, μου φαίνονται πομπώδη και υποκριτικά, δεν νομίζω ότι βρίσκουν την ουσία. Κάποια από αυτά μεθοδευμένα, κατευθυνόμενα, νιώθω σαν πιόνι σε ένα παιχνίδι όπου έμπλεξα και πρέπει τώρα να παίξω. Διαφωνώ με τον τρόπο που ζυγίζονται και αντισταθμίζονται οι πράξεις.
Και το χειρότερο, είναι το αδιέξοδο. Ότι δεν βλέπω κάποιον ουσιαστικό τρόπο διαμαρτυρίας. Δεν βλέπω να υπάρχει κάποια κυβέρνηση που να δώσει μια λύση, να συμμαζέψει την κατάσταση, να διοικήσει τον τόπο. Και αυτοί να πέσουν, οι επόμενοι θα κάνουν τα ίδια.
Δεν υπάρχει δικαιολογία για το άδικο αίμα, αλλά ούτε και καμιά συμπάθεια για το βασίλειο του παραλογισμού.
Ανεβαίνω τη Σόλωνος, αποκάρδιωση, καπνοί και ερημιά. Στη Σκουφά, πολλά καμιόνια φορτωμένα με μεγάλα, καινούρια κομμάτια τζαμιού, περιμένουν σε διάφορα σημεία. Κάποιοι θαρραλέοι αλλάζουν από τώρα τις σπασμένες βιτρίνες. Οι περισσότεροι όμως ντύνουν το κενό με μαύρες σακούλες, που τις κολλάνε με χοντρά σελοτέιπ. Οι αλυσίδες τύπου Ζάρα είναι κλειστές. Τα μικρότερα μαγαζιά κατεβάζουν ρολά την ώρα που περνάω, άνθρωποι εκνευρισμένοι, μάλλον φοβισμένοι. Κάποιοι ωστόσο δουλεύουν τα μαγαζιά τους, με κενές μεν βιτρίνες από εμπόρευμα και τζάμια, έχουν απλά κολλήσει μια ταμπέλα που λέει «το κατάστημα λειτουργεί κανονικά».
Στρίβω προς Σύνταγμα αλλά η μυρωδιά από δακρυγόνα γίνεται ξαφνικά ξεκάθαρα έντονη, δακρύζουν τα μάτια, φοβάμαι και κάνω παράκαμψη. Ακούω όμως τη βοή του κόσμου, δεν μπορώ να ξεχωρίσω τι λέει αυτός που κρατάει το μεγάφωνο. Διακρίνω από τα στενά τα λευκά κράνη των ΜΑΤ στο βάθος. Και βουναλάκια από νεράντζια στο δρόμο, στην εκβολή της Ακαδημίας προς Σύνταγμα.
Πιάνω την Πανεπιστημίου, από δω και πέρα οι δρόμοι είναι γεμάτοι κόσμο. Φτάνω στην Κοραή, η γυάλινη πυραμίδα του μετρό είναι χιλιοσπασμένη, αλλά διστάζω να τη φωτογραφίσω, με κοιτάνε περίεργα που κοιτάω περίεργα, γενικά όποιος δεν έχει σκοπό να συμμετάσχει στην πορεία, απομακρύνεται με ελαφρύ βηματισμό.
Η Σταδίου είναι ένα άλλο δράμα. Κάτι μικρομεσαία καταστήματα ρούχων και παπουτσιών είναι διαλυμένα. Σφιγμένα πρόσωπα, τι θες κι εσύ και τραβάς φωτογραφία, άντε τράβα από δω. Συνθήματα στους τοίχους, για το παιδί που σκοτώθηκε, για την αστυνομία, όχι κολακευτικά. Το H&M κατακαμένο. Οι μεταλλικές επιφάνειες των μαγαζιών γύρω από την Ομόνοια, έχουν βουλιάξει προς τα μέσα από τη φωτιά, οι μαύρες καπνιές φτάνουν μέχρι και τους πρώτους ορόφους.
Μπαίνω με ανακούφιση στο τρένο, ευτυχώς λειτουργεί, επικρατεί στρίμωγμα ώρας αιχμής, ενώ δεν είναι. Κάτι μαθητές φωνάζουν τη γνωστή επωδό για τους μπάτσους μέσα στο βαγόνι και μια κυρία προσπαθεί να τους νουθετήσει. Βγαίνοντας από το τρένο τα παιδιά κοροϊδευτικά της φωνάζουν «μπάτσοι – κακοί – παλιο-χα-ρα-κτή-ρες».
Είμαι και γω εξοργισμένη για τις αδικίες και τα λάθη που συμβαίνουν, αλλά σε ποιόν να φωνάξω και πού να ξεσπάσω; Αυτά που είδα και άκουσα τις τελευταίες ημέρες, στο σύνολό τους, μου φαίνονται πομπώδη και υποκριτικά, δεν νομίζω ότι βρίσκουν την ουσία. Κάποια από αυτά μεθοδευμένα, κατευθυνόμενα, νιώθω σαν πιόνι σε ένα παιχνίδι όπου έμπλεξα και πρέπει τώρα να παίξω. Διαφωνώ με τον τρόπο που ζυγίζονται και αντισταθμίζονται οι πράξεις.
Και το χειρότερο, είναι το αδιέξοδο. Ότι δεν βλέπω κάποιον ουσιαστικό τρόπο διαμαρτυρίας. Δεν βλέπω να υπάρχει κάποια κυβέρνηση που να δώσει μια λύση, να συμμαζέψει την κατάσταση, να διοικήσει τον τόπο. Και αυτοί να πέσουν, οι επόμενοι θα κάνουν τα ίδια.
Δεν υπάρχει δικαιολογία για το άδικο αίμα, αλλά ούτε και καμιά συμπάθεια για το βασίλειο του παραλογισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου