Εκείνο το γατί που είχε ξεμείνει στη διπλανή ταράτσα πριν κανα μήνα, και πηγαινοερχόταν στο μπαλκόνι μας;
Ε, τα κατάφερε που λες, τον βρήκε τον τρόπο και από τα ψηλά κατέβηκε στη γη. Έκτοτε τριγύριζε έξω από την πολυκατοικία, το έβλεπα καμιά φορά να χαλαρώνει στην κούρμπα της γκαραζόπορτας, να τσιμπολογάει κανένα σκουπίδι, να κυνηγιέται με άλλες γάτες της γειτονιάς, να με περιεργάζεται όταν γύριζα κουβαλώντας ψώνια. Είχε ένα κοκκινωπό σημάδι πάνω από το δεξί μουστάκι, σαν από παλιά γρατζουνιά που ξέμεινε, κι έτσι το ξεχώριζα.
Φυσικά, δεν άφηνε να το πλησιάσεις, να το χαϊδέψεις, καχύποπτο ήταν – γάτα, καταλαβαίνεις. Αλλά και δεν έφευγε κιόλας.
Τις τελευταίες μέρες που είχε ψοφόκρυο, ερχόταν κ κουλουριαζόταν στο χαλάκι της εξώπορτας, στο κέντρο, βασιλιάς, να μην ακουμπά στο κρύο μάρμαρο.
Είμαι η πρώτη που βγαίνω το πρωί, και με το που γύριζα το κλειδί, έβλεπα από το τζάμι το γατί να τινάζεται στο δευτερόλεπτο - μέχρι να ανοίξω την πόρτα είχε απομακρυνθεί ίσα με πέντε μέτρα και με κοιτούσε νυσταλέα μέχρι να φύγω και, μάλλον, να επιστρέψει στη ζεστασιά.
Χτες που γύρισα αργά το βράδυ, το γατί ήταν πάλι στο στρωσίδι. Πλησίασα, δεν κουνήθηκε, έβαλα κλειδί στην κλειδαριά, κι εκείνο απλά παραμέρισε μην το πατήσω. Μου φάνηκε περίεργο, αλλά σκέφτηκα απλά ότι το γατί κουτούλαγε από τη νύστα, όπως κι εγώ άλλωστε. Το επόμενο πρωί που βγήκα, το γατί ήταν ξαπλωμένο φαρδύ-πλατύ στο χαλί, δε φάνηκε να ακούει κλειδιά, βήματα ή «ψιψιψι», είχε το στόμα μισάνοιχτο και δίπλα μια μικρή κίτρινη λιμνούλα.
Το βάλαμε σε μια πλαστική σακούλα και μετά στον κάδο. Άθλιο, αλλά τι άλλο να κάνεις;
Το απόγευμα άκουσα για άλλο ένα κρούσμα δηλητηρίασης γάτας, ένα τετράγωνο πιο κάτω, κάποιος τρελός τις έχει πάρει σβάρνα.
(Εύχομαι να του ξεραθούν και να του πέσουν)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου